ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Σε μια σύμβαση μερικής απασχόλησης, ο εργαζόμενος θέτει τις υπηρεσίες του στη διάθεση του εργοδότη για μικρότερο χρόνο από τον συνήθη (ήτοι τις 40 ώρες εβδομαδιαίως), είτε εργαζόμενος λιγότερες ώρες μέσα στην ημέρα, είτε εργαζόμενος λιγότερες ημέρες μέσα στην εβδομάδα, είτε αμφότερα. Με βάση το ίδιο το πνεύμα της σύμβασης μερικής απασχόλησης, ο εργαζόμενος δεν έχει καταρχήν την υποχρέωση να απασχοληθεί πέραν του χρόνου που έχει νομίμως συμφωνηθεί στη σύμβαση εργασίας του. Η παροχή πρόσθετης εργασίας ωστόσο δε μπορεί να αποκλειστεί, με αποτέλεσμα να γίνεται προσπάθεια μέσω νομοθετικών πρωτοβουλιών, προκειμένου αυτή να περιοριστεί.
Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 38 Ν. 1892/1990
Σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 38 του Ν. 1892/1990, «αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνημένη, ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη στην καλή πίστη». Η ρύθμιση αυτή είναι αντίστοιχη του άρθρου 659 ΑΚ, στο οποίο ορίζεται όχι μόνο για την περίπτωση της σύμβασης μερικής απασχόλησης, πως «αν παρουσιαστεί ανάγκη για εργασία πέραν από τη συμφωνημένη ή τη συνηθισμένη, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη».
Ο Ν. 4635/2019 επιχείρησε να θέσει αντικίνητρα στην παροχή πρόσθετης χρονικά εργασίας, προσθέτοντας στην ως άνω διάταξη την πρόβλεψη πως «Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξησης δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, η πρόσθετη αυτή εργασία δύναται να πραγματοποιηθεί κατ’ ανώτατο όριο μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου».
Πρόσφατα, με το άρθρο 57 του Ν. 4808/2021 προστέθηκε στην ανωτέρω παράγραφο νέο εδάφιο β’, σύμφωνα με το οποίο «η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος και κατά ωράριο, που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης.»
ΤΟ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΤΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Με βάση την ως άνω διάταξη, όπως έχει διαμορφωθεί, προκειμένου να παρασχεθεί πρόσθετη εργασία προβλέπονται οι δύο εξής όροι: Αφενός για κάθε ώρα πρόσθετης απασχόλησης, θα οφείλεται προσαύξηση 12% επί του εκάστοτε συμφωνημένου ωρομισθίου, αφετέρου η πρόσθετη εργασία μπορεί να πραγματοποιηθεί κατ’ ανώτατο όριο μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου. Αξίζει να σημειωθεί πως έχει επικρατήσει διχογνωμία σχετικά με την ερμηνεία της δεύτερης προϋπόθεσης περί της παροχής πρόσθετης εργασίας. Ειδικότερα, διάσταση απόψεων παρατηρείται αναφορικά με την έννοια του «πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζόμενου». Εκ της γραμματικής ερμηνείας της διάταξης, συμπεραίνουμε εκ πρώτης όψεως πως αναφέρεται σε ωράριο πλήρους απασχόλησης 8 ωρών ημερησίως και 5 ημερών εβδομαδιαίως. Ωστόσο, μια προσεκτικότερη συστηματική ερμηνεία προκρίνει ως ορθότερη την άποψη πως ως ωράριο πλήρους απασχόλησης νοείται αυτό που «εξαντλεί τη μέγιστη χρονική διάρκεια ημερήσιας απασχόλησης που κατ’ αρχήν μπορεί ο εργοδότης να αξιώσει νομίμως από έναν εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης, τον χρόνο εργασίας δηλαδή που δεν αποτελεί υπερωρία» (Γούλας, Η αμοιβή των μερικώς απασχολουμένων για χρονικώς πρόσθετη εργασία: Ερμηνευτικά ζητήματα μετά τις τροποποιήσεις που επέφερε το άρθρο 59 ν. 4635/2019, ΕΕργΔ, 2020, 245). Κατόπιν των ανωτέρω επομένως, θεωρούμε ως πλήρες ημερήσιο ωράριο ενός συγκρίσιμου εργαζόμενου τις 9 ώρες επί 5ημέρου και τις 8 ώρες επί 6ημέρου. Τούτη άλλωστε η ερμηνεία ενισχύεται και από την αιτιολογική έκθεση της εν λόγω διάταξης σύμφωνα με την οποία, «η προτεινόμενη διάταξη […] αποτελεί ασφαλιστική δικλείδα απέναντι σε οποιαδήποτε τυχόν υπερωριακή απασχόληση και καταστρατήγηση της φύσης της μερικής απασχόλησης».
Επομένως, προς άρση κάθε αμφιβολίας, παροχή πρόσθετης εργασίας επιτρέπεται μόνον μέχρι την 9η ώρα επί 5ημέρου και την 8η ώρα επί 6ημέρου, και οφείλεται γι’ αυτήν το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο, προσαυξημένο κατά 12%. Ωστόσο, ο περιορισμός αυτός δε σημαίνει πως ο εργαζόμενος μερικής απασχόλησης που εκτελεί πρόσθετη χρονικά εργασία, δε μπορεί να εργαστεί και υπερωριακά. Σύμφωνα με την άποψη της θεωρίας (Γούλας, ΕΕργΔ, 2020, 245· Σκανδάλης, ΔΕΝ 2020, 41), είναι δυνατό να εργαστεί ο εν λόγω εργαζόμενος υπερωριακά, ωστόσο τούτη η υπερωρία δε δύναται να αναγγελθεί στο Π/Σ ΕΡΓΑΝΗ, αλλά θα αποτελεί πάντοτε «παράνομη» υπερωρία, αμειβόμενη με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 120% (άρθρο 58 Ν. 4808/2021).
Πάντως, ως προς την παροχή πρόσθετης εργασίας, η οποία δεν υπερβαίνει τα όρια του ωραρίου πλήρους απασχόλησης συγκρίσιμου εργαζόμενου, όπως αυτά προσδιορίστηκαν ανωτέρω, με δεδομένο πως η μεταβολή του ωραρίου του εργαζόμενου γίνεται έκτακτα, υποβάλλεται Συμπληρωματικός Πίνακας Ωραρίου Ε4 στο Π/Σ ΕΡΓΑΝΗ έως και την ημέρα της επέλευσης της τροποποίησης με αναφορά στη στήλη των παρατηρήσεων ότι ο εργαζόμενος θα απασχοληθεί εκτάκτως για ένα συγκεκριμένο διάστημα με επαναφορά με τη λήξη του (διαστήματος) στο ωράριο του αρχικώς δηλωθέντος πίνακα με αριθμό πρωτοκόλλου.
Συντάκτης: Ιωάννης Γερέλκης, Ασκούμενος ΔικηγόροςΥπηρεσία Ταχείας Απάντησης
Εντός 24 ωρών από τη στιγμή που θα έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας, ο διαχειριστής του γραφείου μας κ. Γραμμένος Ευστάθιος θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά μαζί σας ώστε να λάβει ένα συνοπτικό ιστορικό της υπόθεσής σας και να προγραμματίσει μαζί σας συνάντηση είτε δια ζώσης στα γραφεία μας, είτε εξ αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης. Στη συνάντηση αυτή θα καταγράψουμε το πλήρες ιστορικό της υπόθεσής σας και θα λάβουμε τα διαθέσιμα έγγραφα που έχετε στην κατοχή σας.