Τσακάλωφ 14, Κολωνάκι, 106 73 Αθήνα, 3ος όρ. – χάρτης | eg@grammenoslegal.gr | Τηλ.: 211 71 500 93

Social Media:

Αρθρογραφία

Δώρο Πάσχα: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι και εργοδότες

Ο Γραμμένος Ε. Ευστάθιος είναι Δικηγόρος Αθηνών – Εργατολόγος και επισκέπτης Καθηγητής στο μάθημα «ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό «Διοίκηση Ανθρωπίνου Δυναμικού» του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας δικαιούνται από τους εργοδότες τους Δώρο Πάσχα. Μολονότι παρήχετο αδιάλειπτα σε όλους τους εργαζόμενους, τούτο έπαυσε να ισχύει για τους εργαζόμενους του ευρύτερου Δημοσίου Τομέα από το 2012 και εφ’ εξής, ως συνέπεια της επιβολής των μέτρων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (Μνημόνιο). Εύλογα, πρόκειται για μια αναμενόμενη από όλους τους εργαζόμενους οικονομική ενίσχυση, ωστόσο συχνά στην πράξη διαπιστώνεται η μη προσήκουσα καταβολή του, ή ακόμη και η εξ’ ολοκλήρου μη καταβολή του. Γι’ αυτό, κρίνεται απαραίτητο οι εργαζόμενοι να λάβουν γνώση αφενός του τρόπου υπολογισμού του, προκειμένου να είναι σε θέση να υπολογίσουν το ύψος του επιδόματος, που δικαιούνται, αφετέρου των μέσων αντίδρασης, σε περίπτωση μη καταβολής του.

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ – Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Το Δώρο Πάσχα υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές που πραγματικά καταβάλλονται στον εργαζόμενο την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα. Εύλογα διαπιστώνεται, επομένως, πως για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, τούτο θα υπολογιστεί με βάση το ποσό, όπως αυτό καθορίστηκε κατά την τελευταία αύξησή του και ισχύει από 1ης Απριλίου 2024 (Από 01.04.2024 ο κατώτατος μισθός καθορίζεται σε 830,00 € μικτά και 703,66 € καθαρά).

Ιδιαίτερη αποσαφήνιση απαιτείται στο σημείο αυτό πως προς την έννοια των τακτικών αποδοχών. Σύμφωνα με πάγια νομολογία, τακτικές ονομάζονται οι αποδοχές νοούνται ο συμβατικός ή ο νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας (ενδεικτικά ΑΠ 52/2017).

Έτσι, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, οι προσαυξήσεις για την παροχή εργασίας κατά τη νύκτα, τις Κυριακές και τις αργίες, το αντίτιμο τροφής και γενικά κάθε προσαύξηση του βασικού μισθού ή ημερομισθίου (Ολ. ΑΠ 5/2011, ΑΠ 16/2011, ΑΠ 413/2008, ΑΠ 1057/2007, ΑΠ 146/2006). Ωστόσο, οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, διότι οι πρόσθετες παροχές, που δίδονται στον εργαζόμενο όχι ως αντάλλαγμα της εργασίας του, αλλά για άλλους σκοπούς, όπως για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της επιχείρησης, δεν έχουν το χαρακτήρα μισθού και δεν υπολογίζονται για τον υπολογισμό των επιδομάτων, εκτός αν ορίζεται το αντίθετο σε κανονιστική διάταξη ή στην ατομική σύμβαση εργασίας.

Μεταξύ των παροχών που δεν έχουν το χαρακτήρα μισθού είναι τα έξοδα που αφορούν σε οδοιπορικά, διανυκτέρευση κλπ, το επίδομα αδείας, το επίδομα οπλοφορίας και η αποζημίωση που καταβάλλεται στον εργαζόμενο για απασχόλησή του εκτός της έδρας παροχής της εργασίας του, εκτός αν έχει συμφωνηθεί ότι θα καταβάλλεται και καταβάλλεται πράγματι τακτικά και ανεξάρτητα από την πραγματοποίηση και τον αριθμό των ημερών εργασίας εκτός έδρας ή αν η εργασία αυτή παρέχεται πράγματι σταθερά και μόνιμα (ΑΠ 361/2015, ΑΠ 525/2015, ΑΠ 274/2015).

Πέρα από το ύψος των τακτικών αποδοχών, για τον υπολογισμό του τελικώς οφειλόμενου από τον εργοδότη επιδόματος, λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια απασχόλησης του εργαζομένου σε μια περίοδο αναφοράς που εκτείνεται από 1ης Ιανουαρίου έως και 30 Απριλίου εκάστου έτους. Συνεπώς, εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας πλήρους απασχόλησης, οι οποίοι αμείβονται με μισθό δικαιούνται επιδόματος ίσου με μισό μηνιαίο μισθό ή εφόσον αμείβονται με ημερομίσθιο, δεκαπέντε ημερομίσθια. Τούτο ασφαλώς ισχύει, υπό την προϋπόθεση πως εργάστηκαν στον ίδιο εργοδότη καθ’ όλη την ως άνω περίοδο αναφοράς. Εάν αντίθετα η σχέση εργασίας τους δε διήρκησε όλο το παραπάνω χρονικό διάστημα, καταβάλλεται αναλογία του Δώρου Πάσχα, ίση με 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή 1 ημερομίσθιο (ανάλογα με τον τρόπο αμοιβής του εργαζόμενου) για κάθε 8 ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης. Για χρονικό διάστημα μικρότερο του 8ημέρου καταβάλλεται ανάλογο κλάσμα.

Σε περίπτωση λύσης της εργασιακής σχέσης πριν από την 30η Απριλίου, ως καταληκτική ημερομηνία της περιόδου αναφοράς, το Δώρο Πάσχα υπολογίζεται βάσει των αποδοχών που καταβάλλονται την ημέρα της λύσης της εργασιακής σχέσης. Ως καταβαλλόμενες αποδοχές νοούνται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του μισθωτού και περιλαμβάνονται ο νόμιμος ή συμβατικός μισθός και κάθε άλλη παροχή, σε είδος ή χρήμα, που καταβάλλεται τακτικά ανά μήνα ή περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα.

Στο χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσης δεν υπολογίζονται: α) οι αδικαιολόγητες απουσίες, β) οι ημέρες απεργίας και γ) η άδεια άνευ αποδοχών, ενώ σε περίπτωση ασθενείας αφαιρούνται μόνο οι ημέρες για τις οποίες έλαβαν οι μισθωτοί επίδομα ασθενείας από το Ασφαλιστικό τους Ταμείο. Συνυπολογίζεται πάντως ο χρόνος της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία των γυναικών προ και μετά από τον τοκετό.

Σε περίπτωση που ο εργαζόμενος απασχολείται με σύμβαση μερικής απασχόλησης, οι τακτικές του αποδοχές θα υπολογιστούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως και σε εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης. Επομένως, το ύψος του επιδόματος θα αποτελεί συνάρτηση του ύψους των τακτικών αποδοχών, οι οποίες ασφαλώς θα αντιστοιχούν στις μειωμένες ώρες εργασίας, καθώς και της διάρκειας εργασίας τους κατά την ανωτέρω περίοδο αναφοράς.

Για όσους αμείβονται με ωρομίσθιο ή κυμαινόμενες αποδοχές, ο υπολογισμός γίνεται βάσει του μέσου όρου των αποδοχών που έλαβε ο μισθωτός κατά το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου έως 30ης Απριλίου ή μέχρι την ημερομηνία λήξεως της εργασιακής του σχέσης. Διαιρούνται δηλαδή οι συνολικές αμοιβές που έλαβε ο μισθωτός μέσα στο διάστημα αυτό δια του αριθμού των ημερών του διαστήματος αυτού κατά τις οποίες ο μισθωτός εργάσθηκε ή διατήρησε αξίωση για τις αποδοχές του. Το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμό των ημερομισθίων που αναλογούν στη διάρκεια της εργασιακής σχέσης.

Για τον ορθό υπολογισμού του Δώρου Πάσχα, προσθέτουμε στο ποσό του μηνιαίου μισθού που δικαιούμαστε κατά τα ανωτέρω, το γινόμενο του ποσού αυτού με τον συντελεστή 0,041666 (συντελεστής άδειας), δηλαδή ενδεικτικά για έναν εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης που εργάστηκε καθ’ όλη την περίοδο αναφοράς, η αριθμητική πράξη διαμορφώνεται ως εξής: ΔΠ = μισός μισθός + [μισός μισθός Χ 0,041666].

 ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΔΩΡΟΥ ΠΑΣΧΑ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΕΡΤΕΡΕΣ ΚΑΤΑΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ

Είναι δυνατό, εφόσον ο εργαζόμενος λαμβάνει σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας του αμοιβή μεγαλύτερη των κατώτατων νόμιμων προβλεπόμενων στην οικεία ΣΣΕ ή ΔΑ, το ποσό που αντιστοιχεί στο Δώρο Πάσχα να απορροφάται (ακριβέστερα, να καταλογίζεται) από τις υπέρτερες, των προβλεπόμενων, αποδοχές. Ο συμψηφισμός αυτός, ωστόσο, ορθά όπως δέχεται πάγια η νομολογία, είναι δυνατός μόνο κατόπιν συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου στην ατομική σύμβαση εργασίας (ενδεικτικά ΑΠ 1352/2009). Δεν είναι δυνατό δηλαδή ο εργοδότης μονομερώς να καταλογίσει στις υπέρτερες αποδοχές του εργαζομένου το επίδομα και γι’ αυτό το λόγο να μην το καταβάλλει.

ΜΕΣΑ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΔΩΡΟΥ ΠΑΣΧΑ

Το Δώρο Πάσχα καταβάλλεται το αργότερο τη Μεγάλη Τετάρτη κάθε έτους, δηλαδή για το έτος 2024 κάθε εργοδότης οφείλει να το καταβάλει μέχρι και την 1η Μαΐου.  Επιτρέπεται, μάλιστα, να καταβληθεί μόνο σε χρήμα, όχι σε είδος. Στην πράξη, ωστόσο, πολύ συχνά οι εργαζόμενοι στερούνται αυθαίρετα αυτού του επιδόματος. Στην περίπτωση αυτή, γεννάται ευθύνη του εργοδότη και οι εργαζόμενοι δύνανται να προβούν στις παρακάτω ενέργειες:

Σε περίπτωση που το Δώρο Πάσχα δεν καταβληθεί έγκαιρα, οι εργαζόμενοι ή/και τα σωματεία μπορούν και πρέπει να προσφύγουν στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας προκειμένου να συνταχθεί μηνυτήρια αναφορά.  Η μηνυτήρια αναφορά διαβιβάζεται στον Εισαγγελέα για την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του εργοδότη ή του νομίμου εκπροσώπου αυτού (για την περίπτωση εταιρείας κλπ), ενώ παράλληλα διαβιβάζεται και στο οικείο αστυνομικό τμήμα για την κίνηση της αυτόφωρης διαδικασίας, όπως ισχύει. Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης απειλείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών ή/και χρηματική ποινή τουλάχιστον 900 ευρώ (άρθρο 28§1 του Ν. 3996/2011). Οι εργαζόμενοι ή/και τα σωματεία τους έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν μήνυση απευθείας στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα και να ζητήσουν την εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας. Σε επίπεδο Επιθεώρησης Εργασίας πάντως, οι αρμόδιοι Επιθεωρητές δύνανται να επιβάλλουν διοικητική κύρωση 800 ευρώ ανά θιγόμενο εργαζόμενο (βλ. ΥΑ 80016/2022).

Σε κάθε περίπτωση, κατά το άρθρο 250 αριθ. 17 ΑΚ, οι αξιώσεις των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα που πηγάζουν από έγκυρη σύμβαση εργασίας για την πληρωμή μισθών και άλλων αμοιβών (και που οφείλονται απευθείας από το νόμο) υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή, η οποία αρχίζει μόλις λήξει το έτος, κατά το οποίο συμπίπτει η έναρξη της οριζόμενης στα άρθρα 251 και 252 ΑΚ, παραγραφής. Τέλος, απόλυση η οποία κινήθηκε από εκδίκηση, λόγω διεκδίκησης των οφειλόμενων (και μη καταβεβλημένων) Επιδομάτων εορτών Πάσχα, ασφαλώς είναι άκυρη και προσβάλλεται στα Πολιτικά Δικαστήρια.

Συντάκτης: Ιωάννης Γερέλκης, Ασκούμενος Δικηγόρος
Συμπληρώστε τη Φόρμα Επικοινωνίας

Υπηρεσία Ταχείας Απάντησης

Εντός 24 ωρών από τη στιγμή που θα έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας, ο διαχειριστής του γραφείου μας κ. Γραμμένος Ευστάθιος θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά μαζί σας ώστε να λάβει ένα συνοπτικό ιστορικό της υπόθεσής σας και να προγραμματίσει μαζί σας συνάντηση είτε δια ζώσης στα γραφεία μας, είτε εξ αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης. Στη συνάντηση αυτή θα καταγράψουμε το πλήρες ιστορικό της υπόθεσής σας και θα λάβουμε τα διαθέσιμα έγγραφα που έχετε στην κατοχή σας.

Prev post
Συμψηφισμός αποζημίωσης μη ληφθείσας άδειας κατά την οικειοθελή αποχώρηση μισθωτού
3 Απριλίου, 2024

Πρόσφατα Άρθρα