Εισαγωγή
Σ’ ένα σύγχρονο, περισσότερο επισφαλές εργασιακό περιβάλλον, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί στις μέρες μας, παρατηρείται μια μεταβολή από την τυπική μορφή της εξαρτημένης εργασίας σε άλλες, ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Γίνεται εξ’ αυτού του λόγου ευρεία χρήση της σύμβασης μερικής απασχόλησης από τον εργοδότη, κατά την οποία τα μέρη δύνανται να συμφωνούν ως προς το ωράριο της απασχόλησης, διάρκεια μικρότερη από την κανονική. Ασφαλώς, ανάλογα μειωμένες είναι και οι αποδοχές, συγκριτικά με τις οφειλόμενες αποδοχές πλήρους απασχόλησης (αρχή pro rata temporis), επομένως είναι δυνατό ο εργαζόμενος να αναζητήσει, υπό προϋποθέσεις, απασχόληση και σε δεύτερο εργοδότη, ώστε να αυξήσει τη συνολική μηνιαία του αμοιβή. Πρόκειται για τη λεγόμενη παράλληλη απασχόληση, η οποία έχει αποτελέσει αντικείμενο ρύθμισης του νομοθέτη, τόσο σε επίπεδο εργατικού δικαίου, όσο και σε επίπεδο κοινωνικής ασφάλισης.
Πότε είναι επιτρεπτή η παράλληλη απασχόληση – Ρήτρες αποκλειστικότητας
Η αναζήτηση από τον εργαζόμενο παράλληλης απασχόλησης σε διαφορετικό εργοδότη καταρχήν δεν υπόκειται σε περιορισμούς, με εξαίρεση τα όρια που τίθενται από το νόμο σχετικά με το ωράριο, όπως θα γίνει αναφορά στη συνέχεια. Ωστόσο, συχνά συνομολογούνται στη σύμβαση εργασίας ρήτρες οι οποίες απαγορεύουν ή περιορίζουν δραστικά τη δυνατότητα του εργαζομένου να προσληφθεί σε περισσότερους εργοδότες. Πρόκειται για τις λεγόμενες ρήτρες αποκλειστικότητας, οι οποίες εντάσσονται στη γενικότερη προβληματική της απαγόρευσης ανταγωνιστικών πράξεων και ασφαλώς, γίνονται αντικείμενο ελέγχου καταχρηστικότητας από το δικαστήριο. Αναλυτικότερα, η γενική υποχρέωση πίστης του εργαζομένου θέτει ένα φραγμό απέναντι στην επιχείρηση ανταγωνιστικών πράξεων, τόσο στη διάρκεια της σύμβασης (η οποία και μας αφορά στην προκείμενη περίπτωση), όσο και μετά τη λύση της σύμβασης. Είναι, λοιπόν, δυνατό η παράλληλη απασχόληση του εργαζομένου σε δεύτερο εργοδότη να αποτελεί επιχείρηση ανταγωνιστικής πράξης, εφόσον η απασχόληση τελείται σε ανταγωνιστική επιχείρηση. Πράγματι, η απασχόληση σε ανταγωνιστική επιχείρηση ενδέχεται να βλάψει τα συμφέροντα του εργοδότη, μέσω απόσπασης πελατείας, εφαρμογής ιδιαίτερης τεχνογνωσίας ή κοινοποίησης εμπιστευτικών επιχειρηματικών απορρήτων. Σε τέτοιες, επομένως, περιπτώσεις, είναι καταρχήν θεμιτός ένας περιορισμός της πολλαπλής απασχόλησης του εργαζομένου. Πάντως, σε περίπτωση που εργαζόμενος ασκήσει παράλληλη δραστηριότητα σε ανταγωνιστική επιχείρηση, παράβαση της ρήτρας δεν υφίσταται, αν ο εργοδότης ενημερωθεί και παράσχει τη συναίνεσή του προς τούτο. Αντίθετα, τα όρια της καταχρηστικότητας υπερβαίνουν ρήτρες, οι οποίες καθιερώνουν μια γενική απαγόρευση παράλληλης απασχόλησης. Μια τέτοια γενική απαγόρευση είναι καταχρηστική, δεδομένης της ελευθερίας του εργαζομένου να διαμορφώσει ελεύθερα, όπως ο ίδιος επιθυμεί, το χρόνο κατά τον οποίο δεν παρέχει τις υπηρεσίες του στον εργοδότη. Πολλώ δε μάλλον, όταν η παράλληλη απασχόληση αφορά σε μη ανταγωνιστική δραστηριότητα. Η ελευθερία του αυτή συνιστά εξάλλου εκδήλωση της συνταγματικά προστατευόμενης ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της συμβατικής ελευθερίας. Ζήτημα τίθεται, εάν καθιερώνεται ένα εν γένει καθήκον ενημέρωσης του εργοδότη από πλευράς εργαζομένου. Κατά μια άποψη, υποχρέωση ενημέρωσης υφίσταται, όταν ο εργοδότης έχει ένα ιδιαίτερο συμφέρον για την πληροφόρηση (λόγου χάρη επί ανταγωνιστικής απασχόλησης). Γίνεται, ωστόσο, δεκτό στη θεωρία πως η υποχρέωση πίστης του εργαζομένου δημιουργεί μια υποχρέωση ενημέρωσης του πρώτου εργοδότη για κάθε παράλληλη απασχόλησή του (βλ. σχετικά Ζερδελή, Οι παρεπόμενες υποχρεώσεις του εργαζομένου, ΔΕΝ 2004, Ληξουριώτη, Απαγόρευση ανταγωνισμού, ΕΕργΔ 1993).
Χρονικοί περιορισμοί της παράλληλης απασχόλησης
Περιορισμοί τίθενται στην παράλληλη απασχόληση από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου που αφορούν στα χρονικά όρια εργασίας. Τέτοιου είδους περιορισμοί εύλογα τίθενται, με σκοπό την προστασία της υγείας και της ασφάλειας του εργαζομένου. Σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Ν. 4808/2021, το νόμιμο ημερήσιο ωράριο επί πενθήμερης εργασίας ανέρχεται σε 45 ώρες (9 ώρες ημερησίως), ενώ επί εξαήμερης εργασίας σε 48 ώρες (8 ώρες ημερησίως). Το συμβατικό ωράριο, όπως αυτό έχει καθοριστεί με βάση την από 14/2/1984 ΕΓΣΣΕ και ισχύει με το άρθρο 55 του Ν. 4808/2021 ανέρχεται σε 40 ώρες (8 ώρες επί πενθήμερης απασχόλησης και 6,40 ώρες επί εξαήμερης απασχόλησης). Στην περίπτωση της παράλληλης απασχόλησης, λοιπόν, υπάρχει ο περιορισμός του άρθρου 16 παρ. 3 του Π.Δ. 27/4.07.1932 σύμφωνα με το οποίο ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να απασχολήσει μέσα στην ίδια ημέρα μισθωτούς, οι οποίοι ήδη έχουν εργαστεί σε άλλη επιχείρηση ολόκληρο το νόμιμο ωράριό τους. Μπορεί δηλαδή να απασχολήσει μισθωτούς, οι οποίοι εργάστηκαν την ίδια ημέρα (μέσα στο ίδιο 24ωρο) σε άλλο ή άλλους εργοδότες, για χρόνο μικρότερο του κανονικού ωραρίου εργασίας, αλλά μόνο για τόσες ώρες όσες υπολείπονται για να συμπληρωθεί το νόμιμο ωράριο της ημερήσιας εργασίας. Με βάση τα ανωτέρω, απασχόληση σε δεύτερο εργοδότη είναι δυνατή, μόνο εφόσον ο πρώτος εργοδότης δεν εξαντλεί το νόμιμο ωράριο, εφόσον δηλαδή και η πρώτη σύμβαση εργασίας είναι μερικής απασχόλησης. Συναφώς, εάν το νόμιμο ωράριο απασχόλησης του μισθωτού καλύπτεται στην πρώτη εργασία, η σύμβαση εργασίας αυτού με τον δεύτερο εργοδότη είναι άκυρη. Ωστόσο, είναι αυτονόητο ότι εάν με την δεύτερη απασχόληση γίνεται υπέρβαση του ημερήσιου νόμιμου ωραρίου, η εκ του λόγου αυτού ακυρότητα, αναφέρεται μόνο στο τμήμα της δεύτερης αυτής απασχόλησης που υπερβαίνει το νόμιμο ημερήσιο ωράριο και όχι συλλήβδην στην δεύτερη σύμβαση εργασίας.
Ασφαλιστικές εισφορές
Για μια πιο ολοκληρωμένη ανάπτυξη του συστήματος της παράλληλης απασχόλησης, ως προς την αντιμετώπισή του από άποψη κοινωνικής ασφάλισης είναι απαραίτητο να γίνουν οι εξής διακρίσεις: Ο κάθε εργοδότης με τον οποίο συνδέεται συμβατικά ο εργαζόμενος – μισθωτός είναι υποχρεωμένος να καταβάλει ξεχωριστά τις ασφαλιστικές εισφορές. Αυτές υπολογίζονται βάσει των αποδοχών που καταβάλει στον ασφαλισμένο και είναι ανεξάρτητες από τις υπόλοιπες συμβάσεις εργασίας με τις οποίες ο εργαζόμενος συμβάλλεται με άλλους εργοδότες. Πρέπει να σημειωθεί ότι σε αυτές περιπτώσεις δεν ισχύει το ανώτατο όριο του ασφαλιστέου μισθού. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι παράλληλα ασκούν μισθωτή δραστηριότητα, οι εισφορές που καταβάλλονται από την μισθωτή απασχόληση αφαιρούνται από τις εισφορές της ασφαλιστικής κατηγορίας που έχει επιλέξει. Για το χρονικό διάστημα αυτό οι ελάχιστες εισφορές δεν μπορούν να υπολείπονται του ποσού της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας. Οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι που παράλληλα απασχολούνται ως μισθωτοί και έχουν επιλέξει για την Κύρια Ασφάλιση την ειδική ασφαλιστική κατηγορία, καταβάλλουν τις εισφορές της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας. Για αυτό το διάστημα, κατά το οποίο ο ασφαλισμένος απασχολείται παράλληλα και ως μισθωτός, οι εισφορές που καταβάλλονται από την μισθωτή απασχόληση αφαιρούνται από τις εισφορές της πρώτης (1ης) ασφαλιστικής κατηγορίας.
Υπηρεσία Ταχείας Απάντησης
Εντός 24 ωρών από τη στιγμή που θα έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας, ο διαχειριστής του γραφείου μας κ. Γραμμένος Ευστάθιος θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά μαζί σας ώστε να λάβει ένα συνοπτικό ιστορικό της υπόθεσής σας και να προγραμματίσει μαζί σας συνάντηση είτε δια ζώσης στα γραφεία μας, είτε εξ αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης. Στη συνάντηση αυτή θα καταγράψουμε το πλήρες ιστορικό της υπόθεσής σας και θα λάβουμε τα διαθέσιμα έγγραφα που έχετε στην κατοχή σας.