Εισαγωγή
Στη διάρκεια της εργασιακής σχέσης, πέρα από την κύρια υποχρέωση για προσήκουσα παροχή της εργασίας, ο εργαζόμενος υπέχει και παρεπόμενων υποχρεώσεων, οι οποίες απορρέουν καταρχήν από την αρχή της καλής πίστης (ΑΚ 288). Πρόκειται για παρεπόμενες υποχρεώσεις πίστης, οι οποίες προστατεύουν από τη βλάβη των δικαιολογημένων συμφερόντων του εργοδότη και εφόσον συνάγονται ερμηνευτικά, δεν απαιτούν ειδική μνεία στη σύμβαση. Πρόκειται κυρίως για την υποχρέωση του εργαζομένου να απόστει από ανταγωνιστικές στον εργοδότη του πράξεις (για τη ρήτρα απαγόρευσης ανταγωνισμού, δείτε παλαιότερό μας άρθρο εδώ: https://grammenoslegal.gr/ta-oria-tis-metasymvatikis-ritras-apagoreysis-antagonismoy.
Παράλληλα, υφίσταται υποχρέωσή του να μη γνωστοποιεί σε τρίτους επιχειρηματικά απόρρητα, τα οποία γνωρίζει λόγω της φύσης των καθηκόντων του. Πρόκειται για τη λεγόμενη υποχρέωση εχεμύθειας, για την οποία γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο.
Η υποχρέωση εχεμύθειας στη διάρκεια της σύμβασης
Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω υφίσταται, όσο είναι ενεργός η σύμβαση, υποχρέωση του εργαζομένου να μην ανακοινώνει σε τρίτους εμπορικά ή βιομηχανικά απόρρητα του εργοδότη. Ως επιχειρηματικά απόρρητα, νοούνται πληροφορίες, οι οποίες κατά τη βούληση του κυρίου της επιχείρησης, τηρούνται ως απόρρητες, υπό την έννοια ότι είναι γνωστές μόνο σε περιορισμένο και αυστηρά καθορισμένο κύκλο προσώπων. Τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται στην τήρηση άκρας μυστικότητας, διότι η διαρροή τέτοιων πληροφοριών ενδεχομένως να προκαλέσει οικονομική βλάβη στην επιχείρηση. Ένα χαρακτηριστικό, «σχολικό» παράδειγμα δύναται να αποτελέσει η μυστική συνταγή παρασκευής του αναψυκτικού της coca cola. Η παράβαση της υποχρέωσης τήρησης εχεμύθειας, είναι δυνατό να αποτελέσει ανταγωνιστική πράξη, η οποία δύναται να βλάψει τα συμφέροντα του εργοδότη και η οποία επίσης είναι απαγορευμένη. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν το στενό δεσμό που συνδέει τις δύο απαγορεύσεις μεταξύ τους. Μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 16§1 του Ν. 146/1914, η ανακοίνωση επιχειρηματικών απορρήτων από εργαζόμενο, στη διάρκεια της υπηρεσίας του, συνιστά ποινικό αδίκημα και συνεπάγεται αποζημιωτική ευθύνη του για τη ζημία που προκάλεσε στην επιχείρηση του εργοδότη. Αυτονοήτως, η υποχρέωση εχεμύθειας (όπως και αντίστοιχα η υποχρέωση ανταγωνισμού) παύει με τη λήξη της σύμβασης. Παρόλα αυτά, ο εργοδότης δύναται να επεκτείνει χρονικά τη δέσμευση του εργαζομένου, μέσω ρητρών εχεμύθειας που ισχύουν και μετά τη λύση της σύμβασης.
Η μετασυμβατική υποχρέωση εχεμύθειας
Η ρήτρα που επεκτείνει την υποχρέωση του εργαζομένου να μην αποκαλύπτει εμπιστευτικού χαρακτήρα επιχειρηματικές πληροφορίες αποβλέπει στη διαφύλαξη των δικαιολογημένων συμφερόντων του εργοδότη για αποφυγή της επιχειρηματικής ζημίας, σε περίπτωση που ο εργαζόμενος σκοπεί να δράσει ανταγωνιστικά προς τον παλιό του εργοδότη, για προσωπικό όφελος ή όφελος του νέου του εργοδότη. Το εύλογο αυτό συμφέρον του εργοδότη έρχεται σε σύγκρουση με την επαγγελματική ελευθερία του εργαζομένου, με αποτέλεσμα να απαιτείται η πρακτική εναρμόνισή τους. Έτσι, η δέσμευση του εργαζομένου δεν είναι δυνατό να είναι απόλυτη, όταν μάλιστα εκτείνεται σε χρονικό πεδίο μεταγενέστερο της λήξης της σύμβασης. Υπόκειται σε θεμιτούς περιορισμούς οι οποίοι καθορίζουν την έκταση της απαγόρευσης. Κατά τη θεωρία, η απαγόρευση δε δύναται να αφορά σε κάθε είδους πληροφορίες, πόσο μάλλον όταν αυτές αφορούν γνώσεις και εμπειρία, τις οποίες ο εργαζόμενος άντλησε από την εργασία του. Θα αποτελούσε υπέρμετρη δέσμευση της επαγγελματικής του ελευθερίας μια απαγόρευση αξιοποίησης των γνώσεών του (που αποκόμισε από την εργασία του) προς όφελος της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Ενόψει και του ανωτέρω συλλογισμού και της ανάγκης για στάθμιση των αντιτιθέμενων συμφερόντων, οι ρήτρες μετασυμβατικής τήρησης εχεμύθειας διέρχονται από έλεγχο καταχρηστικότητας (ΑΚ 281), όπως ακριβώς και η ρήτρα απαγόρευσης ανταγωνισμού.
Ο έλεγχος καταχρηστικότητας των ρητρών εχεμύθειας
Για να θεωρηθεί ότι η μετασυμβατική υποχρέωση εχεμύθειας λειτουργεί εντός των ορίων που θέτει η ΑΚ 281, θα πρέπει να αφορά πράγματι σε πληροφορία που αποτελεί «απόρρητη». Θα πρέπει, δηλαδή, μια ενδεχόμενη κοινοποίησή τους να συμβάλλει αποφασιστικά στην πρόκληση της ζημίας της επιχείρησης. Γι’ αυτό και η απαγόρευση αξιοποίησης από μέρους του εργαζομένου της εμπειρίας και των δεξιοτήτων του δεν εμπίπτει στην απαγόρευση. Οι τιθέμενες από τον εργοδότη ρήτρες θα πρέπει να τηρούν την αρχή της διαφάνειας. Είναι επιβεβλημένο να διατυπώνονται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο, να υφίσταται ρητή αναφορά σε συγκεκριμένα επιχειρηματικά απόρρητα. Γενική και αόριστη αναφορά δεν αρκεί. Περαιτέρω, απαιτείται να υφίσταται χρονικός περιορισμός της απαγόρευσης. Αυτό είναι εύλογο, ενόψει της απαραίτητης στάθμισης των αντικρουόμενων συμφερόντων. Μια γενική απαγόρευση, χωρίς χρονικό περιορισμό αναντίρρητα θα προσέκρουε στη διάταξη του ΑΚ 281. Η κρίση πάντως περί της καταχρηστικότητας ως προς την τιθέμενη χρονική διάρκεια της μετασυμβατικής δέσμευσης ανάγεται στον δικαστή, ο οποίος θα λάβει υπόψη του τις ιδιαίτερες περιστάσεις της κάθε περίπτωσης. Χρηματικό αντάλλαγμα καταρχήν δεν απαιτείται, όπως απαιτείται για την ρήτρα απαγόρευσης ανταγωνισμού. Κρίσιμος κρίνεται εδώ ο χαρακτηρισμός της ρήτρας, διότι ενδεχομένως η ρήτρα εχεμύθειας να μεταπίπτει σε ρήτρα μη ανταγωνισμού. Αυτό συμβαίνει, όταν η ρήτρα εχεμύθειας συνεπάγεται περιορισμούς στην επαγγελματική ελευθερία του εργαζομένου, οι οποίοι προσιδιάζουν σε ρήτρα απαγόρευσης ανταγωνισμού. Όταν δηλαδή η απαγόρευση κοινοποίησης απορρήτων είναι τόσο γενική από άποψη περιεχομένου και έκτασης, ώστε να δεσμεύει τον εργαζόμενο ως προς τη μελλοντική του επαγγελματική πορεία, είναι απαραίτητο να λογίζεται ως ρήτρα μη ανταγωνισμού. Για παράδειγμα, μια ρήτρα προστασίας της πελατείας του εργοδότη αποτελεί ρήτρα μη ανταγωνισμού. Επομένως, στην περίπτωση αυτή θα οφείλεται οικονομικό αντάλλαγμα, όπως θα τύχουν εφαρμογής και τα αντίστοιχα κριτήρια ελέγχου. Θα λογιζόταν ως ρήτρα εχεμύθειας, μόνο εάν η απαγόρευση αφορούσε τα στοιχεία της πελατείας που είναι πράγματι εμπιστευτικού χαρακτήρα και περιορισμένης πρόσβασης.
Υπηρεσία Ταχείας Απάντησης
Εντός 24 ωρών από τη στιγμή που θα έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας, ο διαχειριστής του γραφείου μας κ. Γραμμένος Ευστάθιος θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά μαζί σας ώστε να λάβει ένα συνοπτικό ιστορικό της υπόθεσής σας και να προγραμματίσει μαζί σας συνάντηση είτε δια ζώσης στα γραφεία μας, είτε εξ αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης. Στη συνάντηση αυτή θα καταγράψουμε το πλήρες ιστορικό της υπόθεσής σας και θα λάβουμε τα διαθέσιμα έγγραφα που έχετε στην κατοχή σας.