Εισαγωγή
Στη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, ένα από τα κρισιμότερα μέτρα ανάσχεσης της μετάδοσης του ιού αποτέλεσε η εκτέλεση διαγνωστικών ελέγχων από τους εργαζόμενους, στο πλαίσιο της ιχνηλάτησης πιθανών ασυμπτωματικών φορέων. Η υποχρέωση αυτή των εργαζομένων, ιδιαίτερα όταν οι ίδιοι επωμίζονταν το κόστος της εκτέλεσής τους, προκάλεσε αντιδράσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις οδήγησε σε άρνησή τους να προβούν στους ενδεδειγμένους ελέγχους. Πολύ πρόσφατα εκδόθηκε η υπ’ απόφαση 10424/2022 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία έκρινε ως σιωπηρή καταγγελία της σύμβασης την άρνηση αυτή του εργαζόμενου να προβεί σε διαγνωστικό έλεγχο κατά του κορωνοϊού.
Τα πραγματικά περιστατικά
Ο ενάγων εργαζόταν με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας ως πωλητής σε εταιρία παραγωγής και εμπορίας τεχνητής ξυλείας και προϊόντων ξύλου. Τα καθήκοντά του περιελάμβαναν την προώθηση των προϊόντων της εναγόμενης εταιρίας κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και ειδικότερα, την αυτοπρόσωπη επίσκεψή του σε παλαιούς και νέους επίδοξους πελάτες, με σκοπό την επίδειξη των δειγματολογίων. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, παρέδιδε στα γραφεία της εναγόμενης επιχείρησης τις παραγγελίες των πελατών και τις εισπράξεις σε επιταγές και μετρητά.
Μετά τη δημοσίευση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (32209/2021 ΦΕΚ 2192/Β’ 26.5.2021) που προέβλεπε την υποχρέωση των εργαζομένων να προβαίνουν σε διαγνωστικούς ελέγχους της Covid-19 και την άρνηση του ενάγοντος να υποβληθεί στους ανωτέρω ελέγχους νόσησης, η εναγόμενη εταιρία αρνήθηκε την αποδοχή της προσφερόμενης από αυτόν εργασίας (δεδομένου ότι διαφορετικά υπήρχε ο κίνδυνος επιβολής διοικητικών κυρώσεων). Η εναγόμενη εταιρία κάλεσε τον εργαζόμενο να συμμορφωθεί στις υποδείξεις και να υποβληθεί σε διαγνωστικό έλεγχο, προκειμένου να παράσχει προσηκόντως την εργασία του, καθώς η αδικαιολόγητη απουσία του προκαλεί κενά και δημιουργεί επιβάρυνση στους λοιπούς υπαλλήλους. Αντίστοιχα, ο ενάγων με εξώδικη δήλωσή, διαμαρτυρήθηκε για τη μη αποδοχή της εργασίας του, δηλώνοντας πως ο ίδιος εξακολουθεί να προσφέρει την εργασία του. Πρότεινε μάλιστα την εκπλήρωση των καθηκόντων του μέσω τηλεργασίας, κάτι το οποίο ωστόσο δεν κατέστη δυνατό, λόγω της φύσης των καθηκόντων του ως πωλητή, όπως του εξήγησε η εναγόμενη. Κατόπιν των ανωτέρω, η εναγόμενη εταιρία απέστειλε εξώδικη δήλωση, με την οποία εξέθεσε στον ενάγοντα πως η απουσία του από την εργασία του λόγω άρνησης υποβολής σε αυτοδιαγνωστικό έλεγχο ήταν αδικαιολόγητη, τον ενημέρωσε ότι έχει χωρήσει οικειοθελής αποχώρησή του και στη συνέχεια, ανήγγειλε την οικειοθελή αποχώρησή του στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ. Ο ενάγων συνεπώς, έθεσε την υπόθεση ενώπιων των ελληνικών δικαστηρίων και ζήτησε την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας.Ο συλλογισμός του δικαστηρίου
Σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση, που καθορίζει την υποχρεωτική εκτέλεση διαγνωστικού ελέγχου νόσησης από τον κορωνοϊό, ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να απασχολήσει εργαζόμενο με φυσική παρουσία στον τόπο παροχής εργασίας, εφόσον αυτός δεν έχει προβεί σε δήλωση του αποτελέσματος του διαγνωστικού ελέγχου ή έχει δηλώσει θετικό αποτέλεσμα. Η άρνηση συμμόρφωσης προς το προβλεπόμενο με την Κοινή Υπουργική Απόφαση μέτρο και η προσέλευση στον τόπο εργασίας χωρίς την προηγούμενη ενέργεια διαγνωστικού ελέγχου και δήλωση του αποτελέσματός του, δηλαδή με νόμιμο όρο που έχει τεθεί για την παροχή της εργασίας με φυσική παρουσία υπό όρους υγειονομικής ασφάλειας, συνιστά μη νόμιμη παροχή εργασίας, η έννομη συνέπεια της οποίας συνίσταται στην μη καταβολή αποδοχών για όσο χρόνο ο εργαζόμενος δεν συμμορφωθεί με το νομίμως επιβληθέν υγειονομικό μέτρο.
Σε περίπτωση, δηλαδή, που ο εργαζόμενος προσέλθει στο χώρο εργασίας, χωρίς να πληρούνται οι τιθέμενες προϋποθέσεις, ο εργοδότης υποχρεούται να μην κάνει δεκτή την παροχή της εργασίας του και για τον λόγο αυτό, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποδοχών για το χρονικό διάστημα έως την πλήρωση των προϋποθέσεων από τον εργαζόμενο. Ως προς τους ισχυρισμούς του ενάγοντος:Κατά τη διατύπωση του δικαστηρίου, η βάση της αγωγής, με την οποία επιχειρείται να θεμελιωθεί η ακυρότητα της απόλυσης στην παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων του ενάγοντος που πηγάζουν από τις διατάξεις των άρθρων 5§1 και 22§1 του Συντάγματος, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι οι διατάξεις της Κοινής Υπουργικής Απόφασης δε βρίσκονται σε αντίθεση με τα ανωτέρω ατομικά δικαιώματα. Κατά τη μείζονα σκέψη του δικαστηρίου, τα άρθρα 5§1 και 22§1 του Συντάγματος δεν απαγορεύουν την επιβολή μέτρων ως προϋπόθεση για την παροχή εργασίας, όταν τούτο επιβάλλεται για την προστασία της δημόσιας υγείας και τηρούνται τα όρια της αρχής της αναλογικότητας.
Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι εξαιρείται της εφαρμογής των διατάξεων της Υπουργικής Απόφασης κρίθηκε αβάσιμος, καθώς δε θα μπορούσαν να εξαιρεθούν της εφαρμογής των κρίσιμων διατάξεων οι πωλητές, εκθέτοντας σε κίνδυνο τους πελάτες των επιχειρήσεων που επισκέπτονται. Άλλωστε, η εργασία του δεν παρείχετο κυρίως εκτός των εγκαταστάσεων της επιχείρησης. Στα καθήκοντά του, όπως προκύπτει από τη μεταξύ τους σύμβαση, περιλαμβανόταν η καθημερινή του παρουσία στα γραφεία της εταιρίας, προκειμένου να παραδώσει επιταγές και χρήματα. Παράλληλα, η λύση της εκπλήρωσης των καθηκόντων μέσω τηλεργασίας δεν ήταν δυνατή, όπως εύλογα εξήγησε η εταιρία, λόγω της φύσης της εργασίας του ενάγοντος, η οποία απαιτούσε αυτοπρόσωπες επισκέψεις σε χώρους και εγκαταστάσεις των πελατών της επιχείρησης. Ως προς τη σιωπηρή καταγγελίαΤέλος, ως προς τη σιωπηρή καταγγελία από πλευράς εργαζομένου, το δικαστήριο σημειώνει πως μπορεί να συνάγεται από ορισμένη συμπεριφορά ή και με πράξεις, από τις οποίες να προκύπτει κατά τρόπο αναμφίβολο και κατ΄ αντικειμενική κρίση η βούλησή του για την λύση της σύμβασης (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1219/2005, ΤΝΠ NOMOS). Πάντως, απόκειται στον δικαστή να κρίνει, αν αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως σιωπηρή εκ μέρους του μισθωτού καταγγελία, ανεξάρτητα μάλιστα από την πρόθεση του τελευταίου (ενδεικτικά ΑΠ 182/2008, ΑΠ 983/2013 ΤΝΠ NOMOS). Η συνολική, επομένως, συμπεριφορά του ενάγοντος εργαζομένου, όπως εκτίθεται ανωτέρω στα πραγματικά περιστατικά αξιολογήθηκε από το δικαστήριο κατ’ αντικειμενική κρίση ως σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία. Στην περίπτωση αυτή, μάλιστα, δεν οφείλονται μισθοί υπερημερίας και αφετέρου αποζημίωσης απόλυσης εκ μέρους της εναγόμενης.
Για τη συναγωγή της σιωπηρής καταγγελίας από πλευράς του ενάγοντος εργαζομένου, αξιολογήθηκε το σύνολο των συνθηκών, υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αποχή από την εργασία του, ήτοι τη διατάραξη που προκλήθηκε από την απουσία του στη λειτουργία της επιχείρησης, με δεδομένο ότι ήταν ο μοναδικός πωλητής της στη Βόρειο Ελλάδα. Παράλληλα, αξιολογήθηκαν τα αίτια και η χρονική διάρκεια της ως άνω αποχής.Συμπεράσματα
Η διενέργεια διαγνωστικών ελέγχων νόσησης από κορωνοϊό πλέον δεν αποτελεί υποχρέωση των ανεμβολίαστων εργαζομένων. Τα τελευταία μέτρα προστασίας έχουν αρθεί με νεότερη Κοινή Υπουργική Απόφαση. Ωστόσο, το ζήτημα της υποχρεωτικότητας των μέτρων προστασίας έναντι του κορωνοϊού, όπως ακριβώς η διενέργεια διαγνωστικών ελέγχων συνεχίζει να απασχολεί τα ελληνικά δικαστήρια και οι ανωτέρω αποφάσεις αποτελούν πρώτες ενδείξεις για τη στάση που αυτά θα τηρήσουν σε παρόμοιες υποθέσεις.
Υπηρεσία Ταχείας Απάντησης
Εντός 24 ωρών από τη στιγμή που θα έρθετε σε επικοινωνία μαζί μας, ο διαχειριστής του γραφείου μας κ. Γραμμένος Ευστάθιος θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά μαζί σας ώστε να λάβει ένα συνοπτικό ιστορικό της υπόθεσής σας και να προγραμματίσει μαζί σας συνάντηση είτε δια ζώσης στα γραφεία μας, είτε εξ αποστάσεως μέσω βιντεοκλήσης. Στη συνάντηση αυτή θα καταγράψουμε το πλήρες ιστορικό της υπόθεσής σας και θα λάβουμε τα διαθέσιμα έγγραφα που έχετε στην κατοχή σας.